Ανοιχτή θάλασσα, Caleb Azumah Nelson


Όταν την αντίκρισε για πρώτη φορά ένιωσε τον αόρατο δεσμό που τους ένωνε.  Ήξερε ότι αυτή η γυναίκα ήταν το παρελθόν, το παρόν, το μέλλον του. Λίγο μετά ανακάλυψε ότι δεν θα μπορούσαν να είναι μαζί. Είναι το κορίτσι  φίλου του. Ήταν οδυνηρό να περνά χρόνο μαζί της ως φίλος, μα αδύνατο να ζήσει χωρίς αυτήν. Τους συνεδεαν κοινές εμπειρίες,  το χρώμα του δέρματος,  η απόρριψη και η μεροληψία λόγω αυτού.  Δύο νέοι άνθρωποι σε μια αφιλόξενη, ρατσιστική κοινωνία.
Τα συναισθήματά τους ήταν τόσο δυνατά που κάθε ενδοιασμός ξεπεράστηκε.  Ήταν πλέον μαζί.  Ζούσε ο ένας για τον άλλο. 

"Αργότερα, ξαπλωμένοι στο κρεβάτι μαζί, το αίσθημα του άχρονου βαρύτερο τώρα που είστε σε ανάπαυλα. Αυτή η στιγμή μοιάζει να διαρκεί για πάντα. Τι λέει ο Κίρκεγκωρ για τη διαφορά ανάμεσα στη φευγαλέα στιγμή και την αιώνια στιγμή, για την πληρότητα του χρόνου; Ασήμαντο,  καθώς ιχνηλατείτε το σκοτάδι, γνωρίζοντας πλήρως ο ένας τον άλλον, με τρόπο που δεν θα ξεχαστεί, με τρόπο που μοιάζει σωστός."

Αυτός όμως ολοένα και βυθίζεται σε μια θάλασσα πηχτή,  απροσπέλαστη. Ο φόβος θεριεύει κάθε φορά που τα καχύποπτα βλέμματα τον σαρώνουν. Κάθε φορά που η συμπεριφορά των λευκών θα του θυμίζει πως το χρώμα του είναι αντώνυμο της ελευθερίας, η ανασφάλεια του γιγαντώνεται. Γίνεται δίνη και τον τραβά στον βυθό.

"Πνιγήκατε από το στρίγλισμα των τροχών και το βγείτε από το αυτοκίνητο βγείτε από το αυτοκίνητο. Σας διέταξαν να πέσετε στο έδαφος για συμβολικούς λόγους. Να κάνετε τους πεθαμένους... Ταιριάζεις με το προφίλ. Ταιριάζεις με την περιγραφή. Δεν χωράς στο κουτί αλλά σε έχει ζουλήξει για να μπεις... Εύκολο λάθος. Ήταν η δεύτερη φορά εκείνη την εβδομάδα που ο φίλος σου κάνει τον πεθαμένο. Ας ρωτήσουμε οποιονδήποτε άλλο ταίριαξε ποτέ με κάποια περιγραφή: χρειάστηκε ποτέ να κάνεις τον πεθαμένο; Έχεις υπάρξει ποτέ αόρατος; Έίσαι κουρασμένος;"


Στην επιφάνεια στέκεται αυτή,  λουσμένη από το φως της αγάπης τους. Του απλώνει το χέρι. Θέλει ο έρωτάς τους να γίνει η σωσίβια λέμβος του.
Θα καταφέρει να της μιλήσει για όσα κρατά ερμητικά κλεισμένα στην ψυχή του; Θα αφήσει τη μουσική να τον ελευθερώσει; Θα επιτρέψει στη γυναίκα της ζωής του να δει πόσο αδύναμος νιώθει;

Ο συγγραφέας κρατώντας ισορροπίες ανάμεσα στην αφήγηση μιας ιστορίας αγάπης και του τραύματος της φυλής, καταγράφει τον φόβο, τον πόνο και τον θυμό που γεννούν ο ρατσισμός,  τα στερεότυπα, η ανισότητα. Σαν σκηνές από ταινία εναλλάσσονται  εικόνες που συνοδεύονται από μουσική, ρυθμό,  λογοτεχνία. Κι όταν οι τίτλοι τέλους εμφανιστούν στην οθόνη, ένας γλυκός πόνος μένει. Είναι η απογοήτευση που δεν έχουμε ακόμα καταφέρει να βλέπουμε τον άνθρωπο κάτω από το δέρμα. Είναι η αγωνία για όσους καταπίνει ο φόβος.  Είναι ο θυμός και η ενοχή για την ευθύνη που μας αναλογεί. 
 

Μετάφραση: Αλέξης Καλοφωλιάς

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις