ΤΟ ΠΕΤΡΙΝΟ ΣΠΙΤΙ, ΑΣΛΙ ΕΡΝΤΟΓΑΝ


 " Άλλωστε δεν ήμουν εγώ αυτά που ζούσα. Εγώ, εκεί, δεν ήμουν μέσα στη ζωή μου."

Η Ασλί Ερντογάν στις 18 Αυγούστου του 2016 συνελήφθη και παρέμεινε στις γυναικείες φυλακές του Μπακρικέι για 132 ημέρες. Η κατηγορία που της απηύθυναν ήταν "υπονόμευση του έθνους",  η οποία επισύρει τη θανατική ποινή. Στο άκουσμά της εκείνη λιποθυμά.
Αφέθηκε ελεύθερη χάρη στην πίεση που ασκήθηκε από τη διεθνή κοινότητα.


Το "Πέτρινο σπίτι" βρίσκεται στον απόηχο του δικού της τραύματος. Η αφήγηση ξεκινά με μια επίσκεψη στο Μπούχενβαλντ το 2008 όπου μνήμες αναδύονται καθώς αντικρίζει όσα μαρτυρούν τον πόνο και τον τρομακτικό θάνατο που βιώθηκε στους χώρους του.
Θυμάται τις περιγραφές του Χ. Σεμπρούν στο Μεγάλο ταξίδι. Υιοθετεί την ποιητική του γλώσσα για να συνθέσει την δική της αφήγηση. Με λυρισμό και ασάφεια στο περίγραμμα η Ασλί Ερντογάν μεταφέρει όσα είδε ως επισκέπτρια στο Μέγαρο Σανσαριάν τη δεκαετία του '80.

"Μία αυλή, μία τελευταία-χώρα που ακούγεται μονάχα το βουητό του ανέμου. Ένα σχέδιο που σχεδιάστηκε στις πέτρες, το οποίο μετατρέπεται σε εικόνα με αυτό που προσθέτει κάθε βλέμμα... Ο εξ ανάγκης γάμος του αίματος με το όνειρο. Μια μακριά, επίμονη κουβέντα στην οποία το Εγώ και ο Άλλος, ο επιζών και ο νεκρός, ο προδότης και ο προδομένος  τη συνεχίζουν δίχως ν' ακούει ο ένας τον άλλον... Μια ιστορία της οποίας έχουν κλέψει την "ιστορία"... Μια τελευταία-χώρα που έχει χτιστεί από πέτρες."

Μια ιστορία διπτύχων. Προδότης-Προδομένος, Θύτης-Θύμα. Οι περιγραφές θολές, όπως και οι μνήμες που απωθούνται. Το δικό της τραύμα φιλτράρεται μέσα από βιώματα τρίτων. Κραυγές και ψίθυροι που απορροφούν οι "γκρίζες πέτρες της καρδιάς" , φόβος και πόνος που ποτίζει τους τοίχους του Πέτρινου κτιρίου, κάθε φυλακής βασανισμού ανθρώπινων ψυχών. Εκεί που η Ελευθερία είναι ένας άγγελος με σπασμένα φτερά.

"Ήμουν στριμωγμένη σε ένα ατελείωτο Παρόν που ο δείκτης της ώρας είχε πέσει και ο δείκτης των δευτερολέπτων γύριζε διαρκώς στον ίδιο κύκλο. Ώρες γεμάτες αίμα από το συνεχές μαστίγωμα δεν μπορούσαν να σηκώσουν το βάρος στο οποίο ήταν δεμένες, δεν μπορούσαν να κάνουν βήμα ούτε μπρος ούτε πίσω, δεν μπορούσαν να μετακινήσουν από τη θέση του τον χρόνο. Δεν ήμουν ενημερωμένη ότι ο κόσμος ήταν γεμάτος μέχρι το λαιμό με αδικία, βαρβαρότητα;"


Το Εγώ συναντά τον Άλλο σε μια αγωνιώδη πάλη συνείδησης, το διχασμένο υποκείμενο που βυθίζεται στο σκοτεινό κενό του Άλλου αναζητώντας τη διαφεύγουσα επιθυμία,  την αυτοτιμωρία, την ισορροπία. 

Μετάφραση: Θάνος Ζαράγκλης

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις