ΑΛΕΞΑΝΔΡΙΝΟ ΚΟΥΑΡΤΕΤΟ, Lawrence Durrell

 


"Οι πιο σημαντικές σκέψεις είναι προσιτές σε ελάχιστους ανθρώπους. Γιατί τότε να κοπιάζουμε έτσι; Επειδή η κατανόηση δεν είναι μία λειτουργία εκλογίκευσης αλλά τα στάδια ανάπτυξης της ψυχής. Εκεί, Αδελφέ Γάιδαρε, είναι το σημείο της διαφοροποίησης μας. Και καμία ποσότητα εξηγήσεων δεν μπορεί να κλείσει την ψαλίδα. Μόνο η συνειδητότητα! Μία μέρα, θα ξυπνήσεις από τον ύπνο σου, φωνάζοντας και γελώντας : Ecco!" (Περσγουόρντεν σελ.855)

Το αριστούργημα του Lawrence Durrell αποτελείται από τέσσερα επιμέρους μυθιστορήματα. Καθένα από αυτά φέρει ως τίτλο το όνομα ενός εκ των πρωταγωνιστών αυτού του κολοσσιαίου λογοτεχνικού επιτεύγματος.
Τζαστίν, Μπαλτάζαρ, Μαουντόλιβ, Κλέα.
Στα απόνερα του Μεσοπολέμου και λίγο πριν ξεσπάσει ο Β'ΠΠ, στη σαγηνευτική και μυστηριώδη Αλεξάνδρεια του Καβάφη, ένας κόσμος αντικατοπτρισμών εκδιπλώνεται με την λυρική, αιθέρια και συνάμα σάρκινη γραφή του Durrell.

Αφηγητής μας ο Ντάρλι, ένας φτωχός δάσκαλος που έχει πια αποτραβηχτεί σ' ένα ελληνικό νησί και συγγράφει το  βιβλίο του,  ένα έργο όπου περιγράφει όσα έζησε στην Αλεξάνδρεια τα προηγούμενα χρόνια. Εκεί λοιπόν ταξιδεύουμε μαζί του, σ' έναν τόπο μεθυστικό, όπου πολιτική και έρωτας διαπλέκονται.
Υμνητικές αναφορές στον μεγάλο Αλεξανδρινό Καβάφη μέσω στίχων του και μέσω της "καβαφικής ειρωνείας", μια τεχνική του ποιητή που υιοθετεί ο συγγραφέας, δίνουν το αφηγηματικό στίγμα του μνημειώδους αυτού έργου.
Το "Αλεξανδρινό κουαρτέτο" μπορεί να χαρακτηριστεί ως ψυχογράφημα χαρακτήρων. Αφουγκράζεται και αποδίδει την εποχή που τοποθετείται ιστορικά μα οι φιλοσοφικές του προεκτάσεις διαπερνούν το πεπερασμένο της χρονικής οριοθέτησης.
Άνθρωποι και ιδέες στέκουν μπροστά στον καθρέφτη αντικρίζοντας την αντεστραμμένη εκδοχή τους.

"Τέτοιες που είναι οι λέξεις, τέτοιοι που είναι οι άνθρωποι, μήπως θα ήταν καλύτερα να λέμε πάντα το αντίθετο από αυτό που εννοούμε;" (Περσγουόρντεν, σελ.851)

Δίπολα κοινωνικά, πολιτικά, φιλοσοφικά.
Αυτόχθονες και αποικιοκράτες, φτωχοί και πλούσιοι, ιδεολόγοι και τυχοδιώκτες, θρησκευόμενοι και αγνωστικιστές, ακραίος εγωμονισμός και ενσυναίσθηση, μηδενισμός και πίστη.
Μια παρέα ανθρώπων θα βρεθεί στον ιστό μιας οργανωμένης μηχανορραφίας. Τα νήματα κινούν άνθρωποι που θέλουν να επαναφέρουν ισορροπίες στο ψηφιδωτό της Αλεξάνδρειας, όπου διαφορετικές θρησκείες, κουλτούρες, γλώσσες συνυπάρχουν.
Συνεχείς ανατροπές, νέα δεδομένα που αποκαλύπτουν μυστικά, έρωτες χωρίς ανταπόκριση, έρωτες ανεκπλήρωτοι, έρωτες ετερόκλητοι και έρωτες δόλιοι.

"Λοιπόν, πόσο θα κρατήσει αυτός ο έρωτας;"(ειρωνικά)
"Δεν ξέρω".
"Τρεις εβδομάδες, τρία χρόνια, τρεις δεκαετίες...;"
"Είσαι ίδιος με τους άλλους... προσπαθείς να κοντύνεις την αιωνιότητα με αριθμούς", αυτό το είπε ήσυχα, αλλά με έντονο αίσθημα. (σελ.221)

Νεσίμ και Τζαστίν,  Ντάρλι και Μελίσα, Μπαλτάζαρ,  Μαουντόλιβ,  Περσγουόρντεν, Σκόμπι, Κλέα και αρκετοί ακόμα χαρακτήρες αλλάζουν θέσεις σ' ένα ενορχηστρωμένο κουαρτέτο.
Κάθε μυθιστόρημα συμπληρώνει και φωτίζει τα προηγούμενα, εξετάζοντας πρόσωπα και καταστάσεις από διαφορετική οπτική γωνία, δημιουργώντας ένα πολυπρισματικό σύνολο. Ο "φαινομενικός" και ο "πραγματικός" κόσμος του Νίτσε απεικονίζονται στην καλειδοσκοπική δραματουργία του Durrell. 

"Να παρεμβάλουμε την πραγματικότητα,  γράφει ο Μπαλτάζαρ, είναι ο μοναδικός τρόπος να μείνουμε πιστοί στο Χρόνο, γιατί την κάθε χρονική στιγμή οι πιθανότητες είναι ατελείωτες μέσα στην πολλαπλότητά τους. Η ζωή δεν είναι τίποτα άλλο παρά η πρακτική των επιλογών. Οι διαρκείς επιφυλάξεις κατά την κρίση και οι ομοίως διαρκείς επιλογές".

Κάθε Εγώ συνετίθεται από την οπτική κάθε Άλλου, δίνοντας βάθος και χρόνο στην προοπτική της αυτοσυνείδησης των ηρώων και της σφαιρικής κατανοήσης των χαρακτήρων από τον αναγνώστη.

"Συνειδητοποίησα πως, για να γίνει κανείς καλλιτέχνης, θα πρέπει να πετάξει όλο το σύμπλεγμα των εγωτισμών που οδηγούν στην επιλογή της αυτοέκφρασης ως μοναδικού μέσου ανάπτυξης! Αυτό, επειδή είναι αδύνατον, το ονομάζω Το Απόλυτο Αστείο." (Περσγουόρντεν σελ.846)

Μετάφραση: Μαριάννα Παπουτσοπούλου


"This baroque ideal of narrative style is, at present, in disfavor. The modern ear has been trained to the harsh, impoverished cadence and vocabulary of Hemingway. Reacting against the excesses of Victorian manner, the modern writer has made a cult of simplicity. He refines common speech but preserves its essential drabness. When comparing a page from the Alexandria novels to the practice of Hemingway or C. P. Snow or Graham Greene, one is setting a gold-spun and jeweled Byzantine mosaic next to a black-and-white photograph. One cannot judge the one by the other. But that does not signify that Durrell is a decadent show-off or that his conception of English prose is erroneous. We may be grateful that Hemingway and his innumerable imitators have made the language colder and more astringent and that they have brought back into fiction the virtue of plain force. But they have done so at a price. Contemporary English usage is incredibly thin and unimaginative. The style of politics and factual communication verges on the illiterate. Having far fewer words at our reach than had the educated man of the seventeenth and even of the late nineteenth century, we say less or say it with a blurred vagueness. Indeed, the twentieth century has seen a great retreat from the power of the word. The main energies of the mind seem directed toward other modes of ‘language,’ toward the notation of music and the symbol-world of mathematics. Whether in its advertisements, its comic-books, or its television, our culture lives by the picture rather than the word. Hence a writer like Durrell, with his Shakespearean and Joycean delight in the sheer abundance and sensuous variety of speech, may strike one as mannered or precious. But the fault lies with our impoverished sensibility."
— George Steiner, “Lawrence Durrell I: The Baroque Novel” (from Critical Essays on Lawrence Durrell)

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις