ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ, ΤΟΝΙ ΜΟΡΙΣΟΝ



Το 1856, η Μάργκαρετ Γκάρνερ μαζί με τον σύζυγο και τα παιδιά τους, δραπετεύουν από μια φυτεία στο Κεντάκι αναζητώντας καταφύγιο στο Οχάιο. Πριν καταφέρουν να φτάσουν ο ιδιοκτήτης τους θα τους συλλάβει. Τη στιγμή της σύλληψης η Μάργκαρετ σκοτώνει τη μικρή τους κόρη πιστεύοντας ότι την λυτρώνει από τη ζωή της ως σκλάβα.

Στο μυθιστόρημα της "Αγαπημένη" η Τόνι Μόρισον στηρίζει το κεντρικό της αφήγημα σε αυτή την πραγματική ιστορία.
Η Σηθ έγκυος στο τέταρτο παιδί της, έχοντας ήδη φυγαδεύσει τα τρία παιδιά της, δραπετεύει από το "Ζεστό σπιτικό" και την τυρρανική μεταχείριση τους από τον "δάσκαλο". Φτάνει στο Οχάιο, στο σπίτι της πεθεράς της Μπέμπα Σάγκς, που ζει εκεί απελεύθερη.
Στο 124 της οδού Μπλούστοουν την περιμένουν τα αγγελούδια της. Η Σηθ έχει στην αγκαλιά της το νεογέννητο κοριτσάκι της Ντένβερ. Το σώμα της είναι γεμάτο πληγές, όπως και η ψυχή της. Οι μέρες περνούν. Η Σηθ αναρρώνει. Η ζωή δείχνει να της χαμογελά. Πιστεύει στην ευτυχία. Μέχρι τη μέρα που στην πόρτα τους στέκονται ο "δασκαλος" με τους άντρες του. Η Σηθ δεν αντέχει στην ιδέα τα παιδιά της να μεγαλώσουν ως σκλάβοι. Προσπαθεί να τα σκοτώσει και να σκοτωθεί. 

"Για μία μαθημένη στη σκλαβιά γυναίκα ήταν επικίνδυνο ν' αγαπά κάτι τόσο πολύ, ιδίως αν είχε αποφασίσει ν' αγαπήσει τα παιδιά της. Το καλύτερο απ' όλα, αυτός το ήξερε, ήταν να αγαπάς μόνο λίγο ' το καθετί μόνο λίγο, έτσι που όταν του τσάκιζαν τη ράχη ή το έχωναν στο ζουρλομανδύα, θα σου έμενε ίσως λίγη αγάπη για το επόμενο."

Το 1873, η Μπέμπα Σάγκς, έχει πεθάνει, οι δύο γιοί της Σηθ, έχουν φύγει μακριά, και στο 124 ζουν η Σηθ με την μικρότερη κόρη της Ντένβερ και το φάντασμα της δίχρονης κόρης της, Αγαπημένης. Όταν στο σπίτι τους θα έρθει ο Πωλ Ντη, το φάντασμα θα εξαφανιστεί.

Λίγο καιρό μετά, στην ζωή τους θα εισβάλλει ένα άγνωστο εικοσάχρονο κορίτσι, η Αγαπημένη.

Η αφήγηση κινείται μεταξύ παρόντος και παρελθόντος με αναδρομές των κεντρικών προσώπων σε σημεία σταθμούς της ζώης τους με μονολόγους ενδοσκόπησης και ανάδυση συσσωρευμένων συναισθημάτων.
Μέσα από αυτές τις σουρεαλιστικές αφηγήσεις δίνεται το ιστορικό πλαίσιο και οι συνέπειες της δουλείας εγγεγραμένες ως τραύμα στο Αφροαμερικανικό υποσυνείδητο.
Ανασυστά αυτό τραύμα της δουλείας, τις απωθημένες μνήμες, όσα επώδυνα έχουν στοιχειώσει τις ζωές τους, που επανέρχονται και ζητούν την αναμέτρηση, την αποδοχή και την επούλωση.

Διαβάζοντας την ιστορία της Σηθ θυμήθηκα τη Φραγκογιαννού από τη "Φόνισσα" του Παπαδιαμάντη, την ηλικιωμένη γυναίκα που φτάνει στο φόνο για να λυτρώσει τα μικρά κορίτσια από τη ζωή τους ως υποταγμένες γυναίκες. Ο θάνατος σε αυτή την περίπτωση λειτουργεί ως απελευθέρωση από τα δεινά του φύλου ενώ στην "Αγαπημένη" από τα δεινά της φυλής.

"Ήξερε ακριβώς τι εννοούσε: να πας σ' έναν τόπο όπου θα μπορείς ν' αγαπάς οτιδήποτε διαλέξεις - να μη χρειάζεσαι άδεια για να επιθυμείς -, λοιπόν, αυτό ήταν η ελευθερία."

Μετάφραση: Έφη Καλιφατίδη

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις