Το μυθιστόρημα της Φεράρας, Giorgio Bassani


O Giorgio Bassani γεννήθηκε στις 4 Μαρτίου 1916 στη Μπολόνια. Μέχρι την εφηβεία του μεγάλωσε μαζί με την οικογένειά του στη Φεράρα. Προερχόταν από εύπορη οικογένεια, εβραϊκής καταγωγής. Στο έργο του υπάρχουν διάσπαρτα βιογραφικά του στοιχεία.

Η δίτομη έκδοση "Το μυθιστόρημα της Φεράρας" απαρτίζεται από τέσσερα μυθιστορήματα (Τα χρυσά γυαλιά, Ο κήπος των Φίντζι-Κοντίνι, Πίσω από την πόρτα, Ο Ερωδιός) και δύο συλλογές διηγήματων (Εντός των τειχών, Η μυρωδιά του κομμένου χόρτου).

Κεντρικός πυλώνας η πόλη της Φεράρας. Μέσα στα τείχη της ξεδιπλώνονται οι ζωές των κατοίκων της. Μια τοιχογραφία της ιταλικής υπαίθρου την περίοδο του Μεσοπολέμου με αναφορές στην έκβαση του Β'ΠΠ. Κάθε ιστορία είναι αυτοτελής. Ένας ιστός αναφορών σε πρόσωπα και γεγονότα συνδέει τις αφηγήσεις. Χαρακτηριστικό στοιχείο η συνύπαρξη διαφορετικών θρησκειών και πολιτικών πεποιθήσεων στα κρίσιμα χρόνια ώσμωσης του φασισμού. Η εβραϊκή κοινότητα της Φεράρας είχε καταλυτικό ρόλο στην ιστορία της πόλης. Πέραν του δίπολου καθολικισμός/ιουδαϊσμός, υπήρχαν διαφορετικές Εβραϊκές συναγωγές, με αποτέλεσμα ένα αίσθημα αντιπαλότητας και θρησκευτικού κατακερματισμού της κοινότητας.
Μέσα από τις συναρθρώμενες ιστορίες του ο Bassani παρουσιάζει τα διαφορετικά θρησκευτικά δόγματα, την ταξική διαστρωμάτωση, την αντιμετώπιση της διαφορετικής σεξουαλικής ταυτότητας, την ηθογραφία του τόπου.

Η Λίντα Μαντοβάνι, ανύπαντρη, με το νεογέννητο μωρό της επιστρέφει στην καμαρούλα της βία Σαλινγκουέρα, στη δική της μητέρα. Εκεί δέχεται το επίμονο φλερτ του γείτονα Ορέστη Μπενέτι.
Σε μια άλλη γειτονιά της Φεράρας υφαίνεται η ιστορία της Τζέμα Κόρκος, το γένος Μπρόντι.
Τον Αύγουστο του 1945 επανεμφανίζεται στη Φεράρα ο Τζέο Γιός. Δύο χρόνια πριν είχε εκτοπιστεί σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στη Γερμανία. Τώρα στέκεται μπροστά στον ισραηλιτικό Ναό στη βία Μαντσίνι, μοναδικός επιζών από τους εκατόν ογδόντα τρεις εκτοπισμένους εβραϊκής καταγωγής.

Μετά την ψήφιση των ρατσιστικών νόμων το 1938, ο νεαρός Μπρούνο Λάτες αναζητά την Κλέλια Τρότι, σύμβολο του αγώνα του σοσιαλισμού και της εργατικής τάξης.

Στο μυθιστόρημα "Τα χρυσά γυαλιά", ανομολόγητα πάθη έρχονται στην επιφάνεια. Ο αξιοσέβαστος δόκτορας Άθως Φαντιγκάτι, το 1925, διέθετε πλέον ιδιωτικό ιατρείο και ήταν διορισμένος διευθυντής του Ωτορινολαρυγγολογικού νοσοκομείου "Η Αγία Άννα". Μια αξιοζήλευτη καριέρα για έναν αξιοπρεπέστατο κάτοικο της Φεράρας. Θα καταφέρει να κρατήσει την ιδιωτική του ζωή μακριά από τα μάτια της αδιάκριτης συντηρητικής κοινωνίας;

Επιβλητικότερο όλων το βιβλίο "Ο κήπος των Φίντζι-Κοντίνι" που έγινε ταινία το 1970 σε σκηνοθεσία Βοτόριο ντε Σίκα.
Το "πλοιάριο του Δούκα" είναι το περιτειχισμένο επιβλητικό σπίτι των Φίντζι-Κοντίνι. Τα δύο αδέρφια, ο Αλμπέρτο και η Μικόλ, ζουν στο υπερπροστατευτικό αυτό περιβάλλον, κάνοντας κατ' οίκον μαθήματα. Μοναδική κοινωνική συναναστροφή τους η παρουσία τους στη συναγωγή. Όταν ψηφίστηκε και δημοσιεύτηκε ο ρατσιστικός νόμος, ήρθε ο αποκλεισμός των μελών της εβραϊκής κοινότητας από κάθε συμμετοχή τους σε ψυχαγωγικές/αθλητικές δραστηριότητες. Το σπίτι των Φίντζι-Κοντίνι με το γήπεδο τένις του, θα ανοίξει για τους φίλους της οικογένειας. Σε αυτές τις συναθροίσεις όλοι προφασίζονται ότι η ζωή συνεχίζεται. Όμως ο φόβος του ναζισμού κατασπαράζει το παρόν και κάθε όνειρο για το μέλλον.

Μια παρέα μαθητών αντικατοπτρίζει την διάσταση μεταξύ Καθολικών και Εβραίων καθώς και το ρατσισμό και την περιθωριοποίηση που δέχονται τα μέλη της εβραϊκής κοινότητας. "Πίσω από την πόρτα" στέκεται ο έφηβος μαθητής εβραϊκής καταγωγής και ακούει όσα  καταλογίζει με αποστροφή και χυδαιότητα στον ίδιο και τους ομόθρησκούς του, ο φίλος και συμμαθητής του Λουτσιάνο απευθυνόμενος στα υπόλοιπα μέλη της παρέας.

Ο σαρανταπεντάχρονος Εντγκάρντο Λιμεντάνι ξυπνά από τις τέσσερις το πρωί. Είναι η μέρα που έχει κανονίσει να πάει για κυνήγι στις πεδιάδες του Κοντιγκόρο. Ο πόλεμος έχει τελειώσει. Κατά τη διάρκεια αυτής της μέρας ακούμε τις σκέψεις του Εντγκάρντο, την ματαιότητα που νιώθει για τη ζωή, την παραίτηση του και την ελπίδα που βλέπει στο πρόσωπο της μικρής κόρης του.



Το λογοτεχνικό οικοδόμημα του Giorgio Bassani χρονικά εκτείνεται από το τέλος του ΆΠΠ, περνά στα χρόνια του Μεσοπολέμου, την άνοδο του φασισμού στην Ιταλία έως και λίγο περισσότερο από μια δεκαετία μετά το τέλος του Β'ΠΠ.
Έμφαση δίνεται στην περιθωριοποίηση και τον ρατσισμό που βίωσαν οι Εβραϊκές κοινότητες μετά την ψήφιση του Ρατσιστικού νόμου το 1938. Μέχρι τότε στην φασιστική Ιταλία του Μουσολίνι δεν είχε υπάρξει διαχωρισμός λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Μέλη της εβραϊκής κοινότητας είχαν συνταχθεί με το φασιστικό κόμμα.

"Ο πατέρας μου, εθελοντής στον Μεγάλο Πόλεμο, δεν πήρε φασιστική κομματική ταυτότητα το '19; Εγώ ο ίδιος δεν υπήρξα έως και χθες ακόμη μέλος των Φασιστικών Πανεπιστημιακών Παρατάξεων; Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι όλοι εμείς υπήρξαμε ανέκαθεν άνθρωποι πολύ κανονικοί, και μάλιστα άνθρωποι συνήθεις, τίποτα περισσότερο ή διαφορετικό σε σύγκριση με άλλους, ακριβώς μέσα σε τούτη την κανονικότητα μας, γι' αυτό και θα μου φαινόταν στ' αλήθεια παράλογο να περιμένουν τώρα από εμάς, έτσι στα καλά καθούμενα και από τη μία στιγμή στην άλλη, να υιοθετήσουμε συμπεριφορές ευρισκόμενες έξω από τον κανόνα. Και τώρα ιδού: καλούν τον πατέρα μου στην Ομοσπονδία και τους ακούει να του αναγγέλλουν τη διαγραφή του από το Κόμμα, και να τον αποπέμπουν από την Εμπορική λέσχη ως στοιχείο ανεπιθύμητο."

Ο ναζισμός επέβαλε σταδιακά το σχέδιο εξόντωσης της "Τελικής λύσης του Εβραϊκού ζητήματος".

Η κινηματογραφική γραφή του Bassani αποφεύγει κάθε συναισθηματισμό, παραθέτοντας με ρεαλισμό σχέσεις,  σκέψεις, γεγονότα. Μνήμες, λήθη, απώλειες, αποξένωση, μοναξιά, διαφύλαξη αξιοπρέπειας, μέσα στα ζοφερά χρόνια διώξεων λόγω διαφορετικότητας.

"Στο τέλος ήλθαν η Απελευθέρωση και η Ειρήνη, όπως επίσης για πολλούς Φεραρέζους, σχεδόν για όλους, ήλθε και η απότομη αγωνία να ξεχάσουν. Γίνεται όμως να ξεχάσεις; Αρκεί απλώς και μόνο να το θέλεις;"

Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής



Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις